Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑποψάθυρος
ὑποψαλάσσω
ὑποψάλλω
ὑπόψαμμος
ὑπόψαρος
ὑποψαύω
ὑποψάω
ὑποψεκάζω
ὑποψελλίζω
ὑποψεύδομαι
ὑποψηνίζω
ὑποψήφισις
ὑποψήχω
ὑποψία
ὑποψιαστικῶς
ὑποψιθυρίζω
ὑποψιθύρισμα
ὑπόψιλος
ὑπόψιος
ὑποψοφέω
ὑπόψυχρος
View word page
ὑποψηνίζω
prick from below
ShortDef
prick from below
Debugging
Headword:
ὑποψηνίζω
Headword (normalized):
ὑποψηνίζω
Headword (normalized/stripped):
υποψηνιζω
IDX:
92902
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92903
Key:
Data
{'content': 'prick from below'}