Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑποχάσκω
ὑπόχαυνος
ὑποχαυνόω
ὑποχείριος
ὑποχειρισμός
ὑποχειρογραφέω
ὑπόχευμα
ὑποχεύς
ὑποχέω
ὑποχή
ὑπόχηλα
ὑποχθόνιος
ὑποχλέομαι
ὑποχλιαίνω
ὑποχλίζω
ὑπόχλοος
ὑποχλωρομέλας
ὑπόχλωρος
ὑποχοινικίς
ὑποχοιρίς
ὑπόχολος
View word page
ὑπόχηλα
part of the hand near the fingers

ShortDef

part of the hand near the fingers

Debugging

Headword:
ὑπόχηλα
Headword (normalized):
ὑπόχηλα
Headword (normalized/stripped):
υποχηλα
IDX:
92850
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92851
Key:

Data

{'content': 'part of the hand near the fingers'}