Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑποχαλάω
ὑποχαλεπαίνω
ὑποχαλινίδιος
ὑποχαλκίζω
ὑπόχαλκος
ὑποχαράσσω
ὑποχαροπός
ὑποχάρτωσις
ὑποχάσκω
ὑπόχαυνος
ὑποχαυνόω
ὑποχείριος
ὑποχειρισμός
ὑποχειρογραφέω
ὑπόχευμα
ὑποχεύς
ὑποχέω
ὑποχή
ὑπόχηλα
ὑποχθόνιος
ὑποχλέομαι
View word page
ὑποχαυνόω
make somewhat conceited, puff up
ShortDef
make somewhat conceited, puff up
Debugging
Headword:
ὑποχαυνόω
Headword (normalized):
ὑποχαυνόω
Headword (normalized/stripped):
υποχαυνοω
IDX:
92842
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92843
Key:
Data
{'content': 'make somewhat conceited, puff up'}