Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑποφρύγιος
ὑποφυγή
ὑποφυλακέω
ὑποφυλακία
ὑπόφυλαξ
ὑποφυράω
ὑποφυσάω
ὑπόφυσις
ὑποφυτεύω
ὑποφύω
ὑποφώγω
ὑποφωλεύω
ὑποφωνέω
ὑποφώνησις
ὑποφωτίζω
ὑποχάζομαι
ὑποχαίρω
ὑποχαλαρός
ὑποχάλασις
ὑποχαλάω
ὑποχαλεπαίνω
View word page
ὑποφώγω
roast slightly

ShortDef

roast slightly

Debugging

Headword:
ὑποφώγω
Headword (normalized):
ὑποφώγω
Headword (normalized/stripped):
υποφωγω
IDX:
92823
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92824
Key:

Data

{'content': 'roast slightly'}