Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑποφράζομαι
ὑποφράσσω
ὑπόφρικος
ὑποφρίσσω
ὑποφρύγιος
ὑποφυγή
ὑποφυλακέω
ὑποφυλακία
ὑπόφυλαξ
ὑποφυράω
ὑποφυσάω
ὑπόφυσις
ὑποφυτεύω
ὑποφύω
ὑποφώγω
ὑποφωλεύω
ὑποφωνέω
ὑποφώνησις
ὑποφωτίζω
ὑποχάζομαι
ὑποχαίρω
View word page
ὑποφυσάω
blow gently
ShortDef
blow gently
Debugging
Headword:
ὑποφυσάω
Headword (normalized):
ὑποφυσάω
Headword (normalized/stripped):
υποφυσαω
IDX:
92819
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92820
Key:
Data
{'content': 'blow gently'}