Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑποφλεγμαίνω
ὑποφλεγματίζω
ὑποφλεγματώδης
ὑποφλέγω
ὑποφοβέομαι
ὑπόφοβος
ὑποφοινίζω
ὑποφοίνιος
ὑποφοινίσσομαι
ὑποφόνια
ὑποφόνιος
ὑποφορά
ὑποφορέω
ὑπόφορος
ὑποφραδμοσύνη
ὑποφράζομαι
ὑποφράσσω
ὑπόφρικος
ὑποφρίσσω
ὑποφρύγιος
ὑποφυγή
View word page
ὑποφόνιος
murdering secretly

ShortDef

murdering secretly

Debugging

Headword:
ὑποφόνιος
Headword (normalized):
ὑποφόνιος
Headword (normalized/stripped):
υποφονιος
IDX:
92804
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92805
Key:

Data

{'content': 'murdering secretly'}