Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑποφθέγγομαι
ὑποφθείρω
ὑποφθίνω
ὑποφθονέω
ὑπόφθονος
ὑποφθορά
ὑποφθορεύς
ὑποφθόριος
ὑποφιάλιον
ὑποφιλέω
ὑπόφιμος
ὑποφλεγμαίνω
ὑποφλεγματίζω
ὑποφλεγματώδης
ὑποφλέγω
ὑποφοβέομαι
ὑπόφοβος
ὑποφοινίζω
ὑποφοίνιος
ὑποφοινίσσομαι
ὑποφόνια
View word page
ὑπόφιμος
covered with a lid

ShortDef

covered with a lid

Debugging

Headword:
ὑπόφιμος
Headword (normalized):
ὑπόφιμος
Headword (normalized/stripped):
υποφιμος
IDX:
92793
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92794
Key:

Data

{'content': 'covered with a lid'}