Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑποτυγχάνω
ὑποτύμβιος
ὑπότυπος
ὑποτυπόω
ὑποτύπτω
ὑποτύπωσις
ὑποτυπωτικός
ὑποτύραννος
ὑποτυρίς
ὑπότυφλος
ὑποτυφόομαι
ὑπότυφος
ὑποτύφω
ὑπουάτιος
ὑπόϋγρος
ὑπουδαῖος
ὑπουθατίας
ὑπουθάτιος
ὑπούλη
ὕπουλος
ὑπουλότης
View word page
ὑποτυφόομαι
become somewhat arrogant

ShortDef

become somewhat arrogant

Debugging

Headword:
ὑποτυφόομαι
Headword (normalized):
ὑποτυφόομαι
Headword (normalized/stripped):
υποτυφοομαι
IDX:
92741
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92742
Key:

Data

{'content': 'become somewhat arrogant'}