Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑπότροπος
ὑποτροφή
ὑπότροφος
ὑποτροχάζω
ὑποτρόχαλος
ὑποτροχίζω
ὑπότροχος
ὑπότρυγος
ὑποτρύζω
ὑποτρυπάω
ὑποτρύω
ὑποτρώγω
ὑποτυγχάνω
ὑποτύμβιος
ὑπότυπος
ὑποτυπόω
ὑποτύπτω
ὑποτύπωσις
ὑποτυπωτικός
ὑποτύραννος
ὑποτυρίς
View word page
ὑποτρύω
become fatigued
ShortDef
become fatigued
Debugging
Headword:
ὑποτρύω
Headword (normalized):
ὑποτρύω
Headword (normalized/stripped):
υποτρυω
IDX:
92729
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92730
Key:
Data
{'content': 'become fatigued'}