Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑποτροπή
ὑποτροπιάζω
ὑποτροπιασμός
ὑποτροπίη
ὑποτροπικός
ὑποτρόπιον
ὑποτρόπιος
ὑπότροπος
ὑποτροφή
ὑπότροφος
ὑποτροχάζω
ὑποτρόχαλος
ὑποτροχίζω
ὑπότροχος
ὑπότρυγος
ὑποτρύζω
ὑποτρυπάω
ὑποτρύω
ὑποτρώγω
ὑποτυγχάνω
ὑποτύμβιος
View word page
ὑποτροχάζω
overlap
ShortDef
overlap
Debugging
Headword:
ὑποτροχάζω
Headword (normalized):
ὑποτροχάζω
Headword (normalized/stripped):
υποτροχαζω
IDX:
92722
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92723
Key:
Data
{'content': 'overlap'}