Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑποτριπλασιεπιδίπεμπτος
ὑποτριπλάσιος
ὑποτρίταιος
ὑπότριτος
ὑπότριψις
ὑποτρομέω
ὑπότρομος
ὑποτρομώδης
ὑποτροπάδην
ὑποτροπάζω
ὑποτροπή
ὑποτροπιάζω
ὑποτροπιασμός
ὑποτροπίη
ὑποτροπικός
ὑποτρόπιον
ὑποτρόπιος
ὑπότροπος
ὑποτροφή
ὑπότροφος
ὑποτροχάζω
View word page
ὑποτροπή
a turning back, repulse

ShortDef

a turning back, repulse

Debugging

Headword:
ὑποτροπή
Headword (normalized):
ὑποτροπή
Headword (normalized/stripped):
υποτροπη
IDX:
92712
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92713
Key:

Data

{'content': 'a turning back, repulse'}