Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑποτριήραρχος
ὑποτριμερής
ὑπότριμμα
ὑποτριόρχης
ὑποτριπλασιεπιδίπεμπτος
ὑποτριπλάσιος
ὑποτρίταιος
ὑπότριτος
ὑπότριψις
ὑποτρομέω
ὑπότρομος
ὑποτρομώδης
ὑποτροπάδην
ὑποτροπάζω
ὑποτροπή
ὑποτροπιάζω
ὑποτροπιασμός
ὑποτροπίη
ὑποτροπικός
ὑποτρόπιον
ὑποτρόπιος
View word page
ὑπότρομος
somewhat afraid
ShortDef
somewhat afraid
Debugging
Headword:
ὑπότρομος
Headword (normalized):
ὑπότρομος
Headword (normalized/stripped):
υποτρομος
IDX:
92708
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92709
Key:
Data
{'content': 'somewhat afraid'}