Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑποτρίβω
ὑποτρίζω
ὑποτριήραρχος
ὑποτριμερής
ὑπότριμμα
ὑποτριόρχης
ὑποτριπλασιεπιδίπεμπτος
ὑποτριπλάσιος
ὑποτρίταιος
ὑπότριτος
ὑπότριψις
ὑποτρομέω
ὑπότρομος
ὑποτρομώδης
ὑποτροπάδην
ὑποτροπάζω
ὑποτροπή
ὑποτροπιάζω
ὑποτροπιασμός
ὑποτροπίη
ὑποτροπικός
View word page
ὑπότριψις
a rubbing under
ShortDef
a rubbing under
Debugging
Headword:
ὑπότριψις
Headword (normalized):
ὑπότριψις
Headword (normalized/stripped):
υποτριψις
IDX:
92706
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92707
Key:
Data
{'content': 'a rubbing under'}