Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑποτριβή
ὑποτρίβω
ὑποτρίζω
ὑποτριήραρχος
ὑποτριμερής
ὑπότριμμα
ὑποτριόρχης
ὑποτριπλασιεπιδίπεμπτος
ὑποτριπλάσιος
ὑποτρίταιος
ὑπότριτος
ὑπότριψις
ὑποτρομέω
ὑπότρομος
ὑποτρομώδης
ὑποτροπάδην
ὑποτροπάζω
ὑποτροπή
ὑποτροπιάζω
ὑποτροπιασμός
ὑποτροπίη
View word page
ὑπότριτος
contained
ShortDef
contained
Debugging
Headword:
ὑπότριτος
Headword (normalized):
ὑπότριτος
Headword (normalized/stripped):
υποτριτος
IDX:
92705
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92706
Key:
Data
{'content': 'contained'}