Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑποτρέπομαι
ὑποτρέφω
ὑποτρέχω
ὑποτρέω
ὑπότρητος
ὑποτριβή
ὑποτρίβω
ὑποτρίζω
ὑποτριήραρχος
ὑποτριμερής
ὑπότριμμα
ὑποτριόρχης
ὑποτριπλασιεπιδίπεμπτος
ὑποτριπλάσιος
ὑποτρίταιος
ὑπότριτος
ὑπότριψις
ὑποτρομέω
ὑπότρομος
ὑποτρομώδης
ὑποτροπάδην
View word page
ὑπότριμμα
a dish compounded of various ingredients, pounded up together

ShortDef

a dish compounded of various ingredients, pounded up together

Debugging

Headword:
ὑπότριμμα
Headword (normalized):
ὑπότριμμα
Headword (normalized/stripped):
υποτριμμα
IDX:
92700
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92701
Key:

Data

{'content': 'a dish compounded of various ingredients, pounded up together'}