Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑποτοπασμός
ὑποτοπέω
ὑποτοπητέον
ὑπότοπος
ὑποτορεύω
ὑποτραγῳδέω
ὑποτραυλίζω
ὑπότραυλος
ὑποτραχήλιον
ὑποτράχηλος
ὑποτραχύνω
ὑπότραχυς
ὑποτρέμω
ὑποτρέπομαι
ὑποτρέφω
ὑποτρέχω
ὑποτρέω
ὑπότρητος
ὑποτριβή
ὑποτρίβω
ὑποτρίζω
View word page
ὑποτραχύνω
affect with a somewhat grating sensation
ShortDef
affect with a somewhat grating sensation
Debugging
Headword:
ὑποτραχύνω
Headword (normalized):
ὑποτραχύνω
Headword (normalized/stripped):
υποτραχυνω
IDX:
92687
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92688
Key:
Data
{'content': 'affect with a somewhat grating sensation'}