Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑποτιμητής
ὑποτίμητος
ὑποτίνω
ὑποτιτθικόν
ὑποτίτθιος
ὑποτλάω
ὑπότμησις
ὑποτμητέος
ὑποτοβέω
ὑποτομεύς
ὑποτομή
ὑπότονα
ὑποτόναιον
ὑποτονθορύζω
ὑποτοξεύομαι
ὑποτοπασμός
ὑποτοπέω
ὑποτοπητέον
ὑπότοπος
ὑποτορεύω
ὑποτραγῳδέω
View word page
ὑποτομή
a cutting off below

ShortDef

a cutting off below

Debugging

Headword:
ὑποτομή
Headword (normalized):
ὑποτομή
Headword (normalized/stripped):
υποτομη
IDX:
92672
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92673
Key:

Data

{'content': 'a cutting off below'}