Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπότεφρος
ὑποτεχνάομαι
ὑποτήκομαι
ὑποτηρέω
ὑποτίθημι
ὑποτίλλω
ὑποτιμάω
ὑποτίμημα
ὑποτίμησις
ὑποτιμητής
ὑποτίμητος
ὑποτίνω
ὑποτιτθικόν
ὑποτίτθιος
ὑποτλάω
ὑπότμησις
ὑποτμητέος
ὑποτοβέω
ὑποτομεύς
ὑποτομή
ὑπότονα
View word page
ὑποτίμητος
assessed

ShortDef

assessed

Debugging

Headword:
ὑποτίμητος
Headword (normalized):
ὑποτίμητος
Headword (normalized/stripped):
υποτιμητος
IDX:
92663
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92664
Key:

Data

{'content': 'assessed'}