Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑποσχισμός
ὑπόσχολος
ὑποσῴζω
ὑποσωματόω
ὑποσώρευσις
ὑποσωρεύω
ὑποσωφρονιστής
ὑποταγή
ὑπόταγμα
ὑποταίνιος
ὑποτακτέον
ὑποτάκτης
ὑποτακτικός
ὑπότακτος
ὑποταμιεύω
ὑποταμνόν
ὑπόταξις
ὑποταράσσω
ὑποταρβέω
ὑποταρτάριος
ὑπότασις
View word page
ὑποτακτέον
one must subsume

ShortDef

one must subsume

Debugging

Headword:
ὑποτακτέον
Headword (normalized):
ὑποτακτέον
Headword (normalized/stripped):
υποτακτεον
IDX:
92621
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92622
Key:

Data

{'content': 'one must subsume'}