Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑποσυμβαίνω
ὑποσύμβολος
ὑποσυμμιγής
ὑποσυμπαθέω
ὑποσυναλείφομαι
ὑποσυνάπτω
ὑποσύνθετος
ὑποσύνθημα
ὑποσυριγμός
ὑποσυρίζω
ὑποσυρμός
ὑποσύρω
ὑποσυστρέφω
ὑπόσυχνος
ὑπόσφαγμα
ὑποσφάξ
ὑποσφίγγω
ὑποσφραγίζω
ὑποσφραίνομαι
ὑποσφυρίζομαι
ὑποσχάζω
View word page
ὑποσυρμός
purging

ShortDef

purging

Debugging

Headword:
ὑποσυρμός
Headword (normalized):
ὑποσυρμός
Headword (normalized/stripped):
υποσυρμος
IDX:
92594
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92595
Key:

Data

{'content': 'purging'}