Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑποστερνίζομαι
ὑπόστερνος
ὑπόστημα
ὑποστήριγμα
ὑποστηρίζω
ὑποστιγμή
ὑποστίζω
ὑποστικτέον
ὑποστίλβω
ὑποστιμμίζω
ὑπόστιφρος
ὑποστολή
ὑποστολίζω
ὑποστολικός
ὑποστόμια
ὑποστορέννυμι
ὑποστόρνυμι
ὑποστοχάζομαι
ὑποστραβαινίζω
ὑπόστραβος
ὑποστρατεύομαι
View word page
ὑπόστιφρος
rather harsh
ShortDef
rather harsh
Debugging
Headword:
ὑπόστιφρος
Headword (normalized):
ὑπόστιφρος
Headword (normalized/stripped):
υποστιφρος
IDX:
92542
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92543
Key:
Data
{'content': 'rather harsh'}