Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑποστέγω
ὑποστείχω
ὑποστέλλω
ὑποστενάζω
ὑποστεναχίζω
ὑπόστενος
ὑποστένω
ὑποστερνίζομαι
ὑπόστερνος
ὑπόστημα
ὑποστήριγμα
ὑποστηρίζω
ὑποστιγμή
ὑποστίζω
ὑποστικτέον
ὑποστίλβω
ὑποστιμμίζω
ὑπόστιφρος
ὑποστολή
ὑποστολίζω
ὑποστολικός
View word page
ὑποστήριγμα
underprop

ShortDef

underprop

Debugging

Headword:
ὑποστήριγμα
Headword (normalized):
ὑποστήριγμα
Headword (normalized/stripped):
υποστηριγμα
IDX:
92535
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92536
Key:

Data

{'content': 'underprop'}