Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑποσπαθίζομαι
ὑποσπαθισμός
ὑποσπαθιστήρ
ὑποσπαίρω
ὑποσπανίζομαι
ὑποσπασμός
ὑποσπαστέον
ὑπόσπαστος
ὑποσπάω
ὑπόσπειρα
ὑποσπείριον
ὑπόσπειρον
ὑποσπείρω
ὑπόσπιλος
ὑποσπληνίζομαι
ὑπόσπληνος
ὑποσπογγίζω
ὑποσποδίζω
ὑποσπονδορχηστής
ὑπόσπονδος
ὑποσπονδοφόρος
View word page
ὑποσπείριον
base in the form of a σπειρίον ΙΙΙ

ShortDef

base in the form of a σπειρίον ΙΙΙ

Debugging

Headword:
ὑποσπείριον
Headword (normalized):
ὑποσπείριον
Headword (normalized/stripped):
υποσπειριον
IDX:
92498
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92499
Key:

Data

{'content': 'base in the form of a σπειρίον ΙΙΙ'}