Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑποσπαδίας
ὑποσπαθίζομαι
ὑποσπαθισμός
ὑποσπαθιστήρ
ὑποσπαίρω
ὑποσπανίζομαι
ὑποσπασμός
ὑποσπαστέον
ὑπόσπαστος
ὑποσπάω
ὑπόσπειρα
ὑποσπείριον
ὑπόσπειρον
ὑποσπείρω
ὑπόσπιλος
ὑποσπληνίζομαι
ὑπόσπληνος
ὑποσπογγίζω
ὑποσποδίζω
ὑποσπονδορχηστής
ὑπόσπονδος
View word page
ὑπόσπειρα
a kind of hair-dressing

ShortDef

a kind of hair-dressing

Debugging

Headword:
ὑπόσπειρα
Headword (normalized):
ὑπόσπειρα
Headword (normalized/stripped):
υποσπειρα
IDX:
92497
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92498
Key:

Data

{'content': 'a kind of hair-dressing'}