Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑποσόριον
ὑπόσοφος
ὑποσπαδίας
ὑποσπαθίζομαι
ὑποσπαθισμός
ὑποσπαθιστήρ
ὑποσπαίρω
ὑποσπανίζομαι
ὑποσπασμός
ὑποσπαστέον
ὑπόσπαστος
ὑποσπάω
ὑπόσπειρα
ὑποσπείριον
ὑπόσπειρον
ὑποσπείρω
ὑπόσπιλος
ὑποσπληνίζομαι
ὑπόσπληνος
ὑποσπογγίζω
ὑποσποδίζω
View word page
ὑπόσπαστος
capable of being pulied out from under
ShortDef
capable of being pulied out from under
Debugging
Headword:
ὑπόσπαστος
Headword (normalized):
ὑπόσπαστος
Headword (normalized/stripped):
υποσπαστος
IDX:
92495
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92496
Key:
Data
{'content': 'capable of being pulied out from under'}