Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑποσμύχω
ὑποσοβέω
ὑποσόλοικος
ὑπόσομφος
ὑποσορικόν
ὑποσόριον
ὑπόσοφος
ὑποσπαδίας
ὑποσπαθίζομαι
ὑποσπαθισμός
ὑποσπαθιστήρ
ὑποσπαίρω
ὑποσπανίζομαι
ὑποσπασμός
ὑποσπαστέον
ὑπόσπαστος
ὑποσπάω
ὑπόσπειρα
ὑποσπείριον
ὑπόσπειρον
ὑποσπείρω
View word page
ὑποσπαθιστήρ
spatula
ShortDef
spatula
Debugging
Headword:
ὑποσπαθιστήρ
Headword (normalized):
ὑποσπαθιστήρ
Headword (normalized/stripped):
υποσπαθιστηρ
IDX:
92490
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92491
Key:
Data
{'content': 'spatula'}