Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑποσκυφισμός
ὑποσκώπτω
ὑποσμαραγέω
ὑποσμήχω
ὕποσμος
ὑποσμύχω
ὑποσοβέω
ὑποσόλοικος
ὑπόσομφος
ὑποσορικόν
ὑποσόριον
ὑπόσοφος
ὑποσπαδίας
ὑποσπαθίζομαι
ὑποσπαθισμός
ὑποσπαθιστήρ
ὑποσπαίρω
ὑποσπανίζομαι
ὑποσπασμός
ὑποσπαστέον
ὑπόσπαστος
View word page
ὑποσόριον
vault below the σορός

ShortDef

vault below the σορός

Debugging

Headword:
ὑποσόριον
Headword (normalized):
ὑποσόριον
Headword (normalized/stripped):
υποσοριον
IDX:
92485
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92486
Key:

Data

{'content': 'vault below the σορός'}