Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑποσκιάζω
ὑποσκίασις
ὑποσκιάω
ὑποσκιόεις
ὑπόσκιος
ὑποσκιρτάω
ὑπόσκληρος
ὑποσκληρύνομαι
ὑπόσκνιπος
ὑποσκόλιος
ὑπόσκοπος
ὑποσκότεινος
ὑποσκότιος
ὑποσκύφιος
ὑποσκυφισμός
ὑποσκώπτω
ὑποσμαραγέω
ὑποσμήχω
ὕποσμος
ὑποσμύχω
ὑποσοβέω
View word page
ὑπόσκοπος
looked under
ShortDef
looked under
Debugging
Headword:
ὑπόσκοπος
Headword (normalized):
ὑπόσκοπος
Headword (normalized/stripped):
υποσκοπος
IDX:
92471
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92472
Key:
Data
{'content': 'looked under'}