Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑποσκευάζω
ὑποσκευή
ὑποσκήνιον
ὑποσκηνόω
ὑποσκιάζω
ὑποσκίασις
ὑποσκιάω
ὑποσκιόεις
ὑπόσκιος
ὑποσκιρτάω
ὑπόσκληρος
ὑποσκληρύνομαι
ὑπόσκνιπος
ὑποσκόλιος
ὑπόσκοπος
ὑποσκότεινος
ὑποσκότιος
ὑποσκύφιος
ὑποσκυφισμός
ὑποσκώπτω
ὑποσμαραγέω
View word page
ὑπόσκληρος
somewhat hard

ShortDef

somewhat hard

Debugging

Headword:
ὑπόσκληρος
Headword (normalized):
ὑπόσκληρος
Headword (normalized/stripped):
υποσκληρος
IDX:
92467
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92468
Key:

Data

{'content': 'somewhat hard'}