Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑποσείω
ὑποσελήνιος
ὑποσέληνος
ὑπόσεμνος
ὑποσευαντήρ
ὑποσήθω
ὑποσημαίνω
ὑποσημειόομαι
ὑποσημείωσις
ὑποσήπω
ὑποσιγάω
ὑποσίδηρος
ὑποσιδηρόω
ὑπόσιμος
ὑποσιμόω
ὑποσιωπάω
ὑποσιώπησις
ὑποσιωπητέον
ὑποσκάζω
ὑπόσκαιος
ὑποσκαίρω
View word page
ὑποσιγάω
to be silent during

ShortDef

to be silent during

Debugging

Headword:
ὑποσιγάω
Headword (normalized):
ὑποσιγάω
Headword (normalized/stripped):
υποσιγαω
IDX:
92434
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92435
Key:

Data

{'content': 'to be silent during'}