Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑποσαλεύω
ὑπόσαλος
ὑποσαλπίζω
ὑποσάνδαλος
ὑποσανίδιον
ὑπόσαπρος
ὑπόσαρκα
ὑποσαρκίδιος
ὑποσάρκιος
ὑποσαρκόω
ὑποσείραιος
ὑπόσεισμα
ὑποσείω
ὑποσελήνιος
ὑποσέληνος
ὑπόσεμνος
ὑποσευαντήρ
ὑποσήθω
ὑποσημαίνω
ὑποσημειόομαι
ὑποσημείωσις
View word page
ὑποσείραιος
dragged alongside

ShortDef

dragged alongside

Debugging

Headword:
ὑποσείραιος
Headword (normalized):
ὑποσείραιος
Headword (normalized/stripped):
υποσειραιος
IDX:
92422
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92423
Key:

Data

{'content': 'dragged alongside'}