Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑποπρό
ὑποπροάγων
ὑπόπροσθεν
ὑποπρόστιμος
ὑποπροτίθημι
ὑποπροχέω
ὑποπρύτανις
ὑποπτάζομαι
ὑποπτάω
ὑποπτερίδιος
ὑποπτερνίς
ὑπόπτερος
ὑπόπτευμα
ὑποπτευτέον
ὑποπτευτής
ὑποπτεύω
ὑπόπτης
ὑποπτήσσω
ὑπόπτιλλος
ὑποπτίσσω
ὕποπτος
View word page
ὑποπτερνίς
knob
ShortDef
knob
Debugging
Headword:
ὑποπτερνίς
Headword (normalized):
ὑποπτερνίς
Headword (normalized/stripped):
υποπτερνις
IDX:
92335
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92336
Key:
Data
{'content': 'knob'}