Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑποπρίασθαι
ὑποπρίω
ὑποπρό
ὑποπροάγων
ὑπόπροσθεν
ὑποπρόστιμος
ὑποπροτίθημι
ὑποπροχέω
ὑποπρύτανις
ὑποπτάζομαι
ὑποπτάω
ὑποπτερίδιος
ὑποπτερνίς
ὑπόπτερος
ὑπόπτευμα
ὑποπτευτέον
ὑποπτευτής
ὑποπτεύω
ὑπόπτης
ὑποπτήσσω
ὑπόπτιλλος
View word page
ὑποπτάω
roast a little
ShortDef
roast a little
Debugging
Headword:
ὑποπτάω
Headword (normalized):
ὑποπτάω
Headword (normalized/stripped):
υποπταω
IDX:
92333
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92334
Key:
Data
{'content': 'roast a little'}