Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπόπλους
ὑπόπλουτος
ὑποπλύνω
ὑποπλώω
ὑποπνέω
ὑποποδία
ὑποποδίζω
ὑποπόδιον
ὑποποδισμός
ὑποποιέω
ὑποποίκιλος
ὑπόποκος
ὑποπόλιος
ὑπόπολις
ὑποπολιτεύομαι
ὑποπολιτικός
ὑποπολλαπλασιεπιμόριος
ὑποπολλαπλάσιος
ὑποπονέω
ὑποπόνηρος
ὑποπορεύομαι
View word page
ὑποποίκιλος
somewhat variegated

ShortDef

somewhat variegated

Debugging

Headword:
ὑποποίκιλος
Headword (normalized):
ὑποποίκιλος
Headword (normalized/stripped):
υποποικιλος
IDX:
92301
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92302
Key:

Data

{'content': 'somewhat variegated'}