Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑποπέτασμα
ὑποπέτομαι
ὑποπετρίδιος
ὑπόπετρος
ὑποπετρόω
ὑποπέττευμα
ὑποπήγνυμι
ὑποπηδάω
ὑποπιθηκίζω
ὑπόπικρος
ὑποπίμελος
ὑποπίμπλημι
ὑποπίμπρημι
ὑποπίνω
ὑποπιπίσκω
ὑποπίπτω
ὑποπισσόω
ὑποπλάγιος
Ὑποπλάκιος
ὑπόπλακος
ὑποπλάσσω
View word page
ὑποπίμελος
somewhat fat
ShortDef
somewhat fat
Debugging
Headword:
ὑποπίμελος
Headword (normalized):
ὑποπίμελος
Headword (normalized/stripped):
υποπιμελος
IDX:
92269
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92270
Key:
Data
{'content': 'somewhat fat'}