Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀντιστατέον
ἀντιστατέω
ἀντιστάτης
ἀντιστατικός
ἀντίστεπνον
ἀντιστήριγμα
ἀντιστηριγμός
ἀντιστηρίζω
ἀντιστίλβω
ἀντιστοιχείωσις
ἀντιστοιχέω
ἀντιστοιχία
ἀντίστοιχος
ἀντίστομος
ἀντιστοπέννυμλ
ἀντιστοχαστικός
ἀντιστρατεύομαι
ἀντιστρατηγέω
ἀντιστρατήγησις
ἀντιστράτηγος
ἀντιστρατιώτης
View word page
ἀντιστοιχέω
to stand opposite in rows

ShortDef

to stand opposite in rows

Debugging

Headword:
ἀντιστοιχέω
Headword (normalized):
ἀντιστοιχέω
Headword (normalized/stripped):
αντιστοιχεω
IDX:
9225
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-9226
Key:

Data

{'content': 'to stand opposite in rows'}