Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑποπαραιτέομαι
ὑποπαραίτησις
ὑποπαραιτία
ὑποπαρακρούω
ὑποπαραληρέω
ὑποπαραφέρομαι
ὑποπαρενθυμέομαι
ὑποπάρθενοι
ὑποπαρωθέω
ὑποπάσσω
ὑπόπαστον
ὑποπάσχω
ὑποπαταγέω
ὑποπάτριος
ὑποπαύομαι
ὑποπαχύνομαι
ὑπόπαχυς
ὑποπέζιος
ὑποπείθω
ὑποπεινάω
ὑποπειράω
View word page
ὑπόπαστον
bedding, litter
ShortDef
bedding, litter
Debugging
Headword:
ὑπόπαστον
Headword (normalized):
ὑπόπαστον
Headword (normalized/stripped):
υποπαστον
IDX:
92233
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92234
Key:
Data
{'content': 'bedding, litter'}