Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑποπαιδοτρίβης
ὑποπαίζω
ὑποπαλαίω
ὑποπάλλω
ὑποπαράβορρος
ὑποπαραιτέομαι
ὑποπαραίτησις
ὑποπαραιτία
ὑποπαρακρούω
ὑποπαραληρέω
ὑποπαραφέρομαι
ὑποπαρενθυμέομαι
ὑποπάρθενοι
ὑποπαρωθέω
ὑποπάσσω
ὑπόπαστον
ὑποπάσχω
ὑποπαταγέω
ὑποπάτριος
ὑποπαύομαι
ὑποπαχύνομαι
View word page
ὑποπαραφέρομαι
wander, be slightly delirious
ShortDef
wander, be slightly delirious
Debugging
Headword:
ὑποπαραφέρομαι
Headword (normalized):
ὑποπαραφέρομαι
Headword (normalized/stripped):
υποπαραφερομαι
IDX:
92228
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92229
Key:
Data
{'content': 'wander, be slightly delirious'}