Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπονόθευσις
ὑπονοθευτής
ὑπονοθεύω
ὑπόνοια
ὑπονομεύς
ὑπονομευτής
ὑπονομεύω
ὑπονομή
ὑπονομηδόν
ὑπόνομος
ὑπονοσέω
ὑπονοστέω
ὑπονόστησις
ὑπονόσφιος
ὑπονοτίζω
ὑπονουθετέω
ὑπονυμφίς
ὑπονύσσω
ὑπονυστάζω
ὑπονωθής
ὑπόνωθρος
View word page
ὑπονοσέω
to be rather sickly

ShortDef

to be rather sickly

Debugging

Headword:
ὑπονοσέω
Headword (normalized):
ὑπονοσέω
Headword (normalized/stripped):
υπονοσεω
IDX:
92192
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92193
Key:

Data

{'content': 'to be rather sickly'}