Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑπομοχλεύω
ὑπομόχλιον
ὑπομυκάομαι
ὑπομυκτηρίζω
ὑπόμυξις
ὑπόμυξος
ὑπομυξώδης
ὑπομύσαρος
ὑπομύω
ὑπόμωρος
ὑποναίω
ὑποναύσιος
ὑπονεάζω
ὑπονεάω
ὑπονείφω
ὑπονεκρόομαι
ὑπονέμομαι
ὑπονεφέλη
ὑπονεφελίζω
ὑπονέφελος
ὑπονέω
View word page
ὑποναίω
to dwell under
ShortDef
to dwell under
Debugging
Headword:
ὑποναίω
Headword (normalized):
ὑποναίω
Headword (normalized/stripped):
υποναιω
IDX:
92161
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92162
Key:
Data
{'content': 'to dwell under'}