Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀντίσπασμα
ἀντισπασμός
ἀντισπαστέον
ἀντισπαστικός
ἀντίσπαστος
ἀντισπάω
ἀντισπεύδω
ἀντισπόδιον
ἀντισπουδία
ἀντισταδιαῖος
ἀντίσταθμος
ἀντιστασιάζω
ἀντιστάσιμος
ἀντιστάσιος
ἀντίστασις
ἀντιστασιώτης
ἀντιστατέον
ἀντιστατέω
ἀντιστάτης
ἀντιστατικός
ἀντίστεπνον
View word page
ἀντίσταθμος
counterpoising: in compensation for
ShortDef
counterpoising: in compensation for
Debugging
Headword:
ἀντίσταθμος
Headword (normalized):
ἀντίσταθμος
Headword (normalized/stripped):
αντισταθμος
IDX:
9209
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-9210
Key:
Data
{'content': 'counterpoising: in compensation for'}