Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπομαρμαίρω
ὑπομαρτυρέω
ὑπομάσθιος
ὑπομάσσω
ὑπομάστιος
ὑπόμαστρος
ὑπομάσχαλος
ὑπόμαυρος
ὕπομβρος
ὑπομεθύω
ὑπόμειγμα
ὑπομείγνυμι
ὑπομειδιάω
ὑπομειόομαι
ὑπομείων
ὑπομέλαθρα
ὑπομελαίνω
ὑπομελανδρυώδης
ὑπομελανίζω
ὑπομέλας
ὑπομέμφομαι
View word page
ὑπόμειγμα
mixture

ShortDef

mixture

Debugging

Headword:
ὑπόμειγμα
Headword (normalized):
ὑπόμειγμα
Headword (normalized/stripped):
υπομειγμα
IDX:
92092
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92093
Key:

Data

{'content': 'mixture'}