Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπολύχνιον
ὑπολύω
ὑπολωφάω
ὑπομάζιος
ὑπόμαζοι
ὑπόμαζος
ὑπομαίνομαι
ὑπόμακρος
ὑπομαλακίζομαι
ὑπομάλακος
ὑπομαλάσσω
ὑπομανιώδης
ὑπομαντεύομαι
ὑπομαραίνομαι
ὑπόμαργος
ὑπομαρμαίρω
ὑπομαρτυρέω
ὑπομάσθιος
ὑπομάσσω
ὑπομάστιος
ὑπόμαστρος
View word page
ὑπομαλάσσω
soften by degrees

ShortDef

soften by degrees

Debugging

Headword:
ὑπομαλάσσω
Headword (normalized):
ὑπομαλάσσω
Headword (normalized/stripped):
υπομαλασσω
IDX:
92077
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92078
Key:

Data

{'content': 'soften by degrees'}