Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀντισκώπτω
ἀντισόομαι
ἀντισοφίζομαι
ἀντισοφιστής
ἀντίσπασις
ἀντίσπασμα
ἀντισπασμός
ἀντισπαστέον
ἀντισπαστικός
ἀντίσπαστος
ἀντισπάω
ἀντισπεύδω
ἀντισπόδιον
ἀντισπουδία
ἀντισταδιαῖος
ἀντίσταθμος
ἀντιστασιάζω
ἀντιστάσιμος
ἀντιστάσιος
ἀντίστασις
ἀντιστασιώτης
View word page
ἀντισπάω
to draw the contrary way, hold back

ShortDef

to draw the contrary way, hold back

Debugging

Headword:
ἀντισπάω
Headword (normalized):
ἀντισπάω
Headword (normalized/stripped):
αντισπαω
IDX:
9204
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-9205
Key:

Data

{'content': 'to draw the contrary way, hold back'}