Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑποληπτέος
ὑποληπτικός
ὑποληπτός
ὑποληρέω
ὑπολησμοσύνη
ὑποληψείδιον
ὑπόληψις
ὑπολιγαίνω
ὑπολίζων
ὑπόλιθος
ὑπολιμπάνω
ὑπολιμώδης
ὑπόλινον
ὑπολιπαίνω
ὑπολίπαρος
ὑπολιπής
ὑπολισθάνω
ὑπόλισπος
ὑπόλιχνος
ὑπολογέω
ὑπολογή
View word page
ὑπολιμπάνω
to leave behind
ShortDef
to leave behind
Debugging
Headword:
ὑπολιμπάνω
Headword (normalized):
ὑπολιμπάνω
Headword (normalized/stripped):
υπολιμπανω
IDX:
92034
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92035
Key:
Data
{'content': 'to leave behind'}