Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑποληπτέον
ὑποληπτέος
ὑποληπτικός
ὑποληπτός
ὑποληρέω
ὑπολησμοσύνη
ὑποληψείδιον
ὑπόληψις
ὑπολιγαίνω
ὑπολίζων
ὑπόλιθος
ὑπολιμπάνω
ὑπολιμώδης
ὑπόλινον
ὑπολιπαίνω
ὑπολίπαρος
ὑπολιπής
ὑπολισθάνω
ὑπόλισπος
ὑπόλιχνος
ὑπολογέω
View word page
ὑπόλιθος
somewhat stony
ShortDef
somewhat stony
Debugging
Headword:
ὑπόλιθος
Headword (normalized):
ὑπόλιθος
Headword (normalized/stripped):
υπολιθος
IDX:
92033
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92034
Key:
Data
{'content': 'somewhat stony'}