Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑποληνίς
ὑπόληξις
ὑποληπτέον
ὑποληπτέος
ὑποληπτικός
ὑποληπτός
ὑποληρέω
ὑπολησμοσύνη
ὑποληψείδιον
ὑπόληψις
ὑπολιγαίνω
ὑπολίζων
ὑπόλιθος
ὑπολιμπάνω
ὑπολιμώδης
ὑπόλινον
ὑπολιπαίνω
ὑπολίπαρος
ὑπολιπής
ὑπολισθάνω
ὑπόλισπος
View word page
ὑπολιγαίνω
make to sound a little

ShortDef

make to sound a little

Debugging

Headword:
ὑπολιγαίνω
Headword (normalized):
ὑπολιγαίνω
Headword (normalized/stripped):
υπολιγαινω
IDX:
92031
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92032
Key:

Data

{'content': 'make to sound a little'}