Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑπολήνιον
ὑποληνίς
ὑπόληξις
ὑποληπτέον
ὑποληπτέος
ὑποληπτικός
ὑποληπτός
ὑποληρέω
ὑπολησμοσύνη
ὑποληψείδιον
ὑπόληψις
ὑπολιγαίνω
ὑπολίζων
ὑπόλιθος
ὑπολιμπάνω
ὑπολιμώδης
ὑπόλινον
ὑπολιπαίνω
ὑπολίπαρος
ὑπολιπής
ὑπολισθάνω
View word page
ὑπόληψις
taking-up: reply, impression, assumption
ShortDef
taking-up: reply, impression, assumption
Debugging
Headword:
ὑπόληψις
Headword (normalized):
ὑπόληψις
Headword (normalized/stripped):
υποληψις
IDX:
92030
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92031
Key:
Data
{'content': 'taking-up: reply, impression, assumption'}