Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑπόλεπρος
ὑπολεπτολόγος
ὑπόλεπτος
ὑπολεπτύνω
ὑπολευκαίνομαι
ὑπολευκανθίζω
ὑπολευκίζω
ὑπόλευκος
ὑπολευκόχρως
ὑπολήγω
ὑπόλημμα
ὑπόλημψις
ὑπολήνιον
ὑποληνίς
ὑπόληξις
ὑποληπτέον
ὑποληπτέος
ὑποληπτικός
ὑποληπτός
ὑποληρέω
ὑπολησμοσύνη
View word page
ὑπόλημμα
supposition
ShortDef
supposition
Debugging
Headword:
ὑπόλημμα
Headword (normalized):
ὑπόλημμα
Headword (normalized/stripped):
υπολημμα
IDX:
92018
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92019
Key:
Data
{'content': 'supposition'}