Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπολέγω
ὑπολέθριος
ὑπολείβω
ὑπόλειμμα
ὑπολειπτέον
ὑπολειπτικός
ὑπολείπω
ὑπολειτουργός
ὑπόλειψις
ὑπόλεπρος
ὑπολεπτολόγος
ὑπόλεπτος
ὑπολεπτύνω
ὑπολευκαίνομαι
ὑπολευκανθίζω
ὑπολευκίζω
ὑπόλευκος
ὑπολευκόχρως
ὑπολήγω
ὑπόλημμα
ὑπόλημψις
View word page
ὑπολεπτολόγος
rather too subtle

ShortDef

rather too subtle

Debugging

Headword:
ὑπολεπτολόγος
Headword (normalized):
ὑπολεπτολόγος
Headword (normalized/stripped):
υπολεπτολογος
IDX:
92009
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92010
Key:

Data

{'content': 'rather too subtle'}